Σχολείο – Φροντιστήριο – Εξετάσεις

Σχολείο – Φροντιστήριο – Εξετάσεις
Μια διαρκής διαδραστική σχέση

Απόσπασμα από την εισήγηση σε διημερίδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ρόδος 1993

«Μου πονάει η ψυχή μου να βλέπω
τόσους νέους να ξοδιάζουν χρόνους και χρόνους
και τέλος να μην έχουν εις το μυαλό τους
πάρεξ λέξεις ελληνικές πεθαμένες»
(Διονύσιος Σολωμός)


Πολύς ο λόγος και πολύς ο μύθος – αλλά και η προκατάληψη ίσως – για το ρόλο
του Φροντιστηρίου στα εκπαιδευτικά μας πράγματα. Ενός θεσμού, που δεκαετίες
τώρα, ταλανίζεται αιωρούμενος ανάμεσα στο «αναγκαίο κακό» και στο «ευτυχώς που
υπάρχει». Μιας ελληνικής εκπαιδευτικής ιδιομορφίας που λειτουργούσε χρόνια στη
σκιά της επίσημης εκπαίδευσης και ταυτόχρονα αποτελούσε το καντηλάκι μιας
κρυφής ελπίδας.
Ας πάμε, όμως, λίγο πιο πίσω για να δούμε πώς καταγράφεται ο ρόλος του
Φροντιστηρίου από τον άνθρωπο που σφράγισε με την παρουσία του τη σύγχρονη
ελληνική εκπαίδευση.
Ξεκίνησα την εργασία για τούτη την εισήγηση, αρχίζοντας από το αρχείο της
μνήμης και από τα χαρτιά του αρχείου: Έτη 1962-1993 [...]
Πρόσωπα και γεγονότα μαζί: Λουκής Ακρίτας και Ευάγγελος Παπανούτσος.
Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του '64 και Ακαδημαϊκό Απολυτήριο. Ιουλιανά.
Δικτατορία. Η κηδεία του Σεφέρη το '70. Το Πολυτεχνείο του '73.
Κάπου ανάμεσα ήταν και ο φάκελος που έψαχνα, με δύο άρθρα του Παπανούτσου,
που δημοσιεύτηκαν στα «ΝΕΑ» εκείνη την εποχή. [...] Με κάποιες περικοπές
βέβαια, αλλά χωρίς καμία παρέμβαση στην ουσία, διαβάζω: Εφημερίδα «Τα ΝΕΑ»,
4-11-1972. Τίτλος: «Η σφαγή στα Προπύλαια».
[...] «Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι παγκόσμιο. Όλες οι
πολιτισμένες χώρες υποφέρουν από «έκρηξη του αριθμού των φοιτητών», από
«υπερπληθυσμό σπουδαστών» και μηχανεύονται όλα τα μέσα για να θέσουν το
χείμαρρο υπό έλεγχο. Γιατί δεν είναι μόνο το πρόβλημα το πώς θα εκπαιδευτούν οι
μυριάδες των νέων που ζητούν πανεπιστημιακή μόρφωση, αλλά και το πώς θα βρουν
μεθαύριο εργασία παραγωγική οι πτυχιούχοι, με τα αυξημένα προσόντα και τις
ανάλογες αυξημένες απαιτήσεις τους.
Ο περιορισμός στην είσοδο με την επιλογή των (κατά τεκμήριο) ικανότερων
υποψηφίων είναι αναπόφευκτος. Ήδη έχουν εισάγει το θεσμό και χώρες πλούσιες που
και τα μέσα διαθέτουν να εκπαιδεύσουν μεγάλους αριθμούς, και οικονομίαν έχουν
αναπτυσσόμενην ταχύτατα που δε θα δυσκολευτεί να τους απορροφήσει. Τι είναι το
Baccalaureat στη Γαλλία, το G.C.E. στην Αγγλία, το Abitur στη Γερμανία, παρά
διαγωνισμός επιλογής, επομένως φραγμός στην πόρτα του πανεπιστημίου;»
Το δεύτερο άρθρο του Παπανούτσου με τίτλο: «Ένας αποδιοπομπαίος τράγος –
Τα Φροντιστήρια», δημοσιεύτηκε πάλι στα «ΝΕΑ» στις 17-1-1973.
Διαβάζω:
«Η ιδιωτική "παρασχολική" εκπαίδευση έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος για τις
αμαρτίες μας. Κάθε φορά που αρμόδιοι και αναρμόδιοι στηλιτεύουν τα "κακώς
κείμενα" στο σχολικό μας καθεστώς και εξεγείρονται για την καθυστέρησή μας στο
μέγα τούτο εθνικό θέμα, στόχος της οργής τους είναι τα "Φροντιστήρια".
Αν η δωρεάν παιδεία (λέγουν) έγινε μύθος, είναι γιατί όσα εξοικονομούμε από τη
μόρφωση των παιδιών μας στα δημόσια σχολεία, τα καταθέτουμε πολλαπλάσια στα
«Φροντιστήρια». Γιατί να αφήνεται ανενόχλητη αυτή η «εμπορία της παιδείας» να
απομυζά τις οικονομίες μας;
Έτσι φτάσαμε στο σημείο, όταν ευαγγελιζόμαστε νέα μέτρα για την ανόρθωση της
Εθνικής Παιδείας, να δίνουμε εμφατικά την υπόσχεση:
- Έννοια σας! Σε σύντομο χρονικό διάστημα θα κλείσουν τα «Φροντιστήρια»
και θα αναπνεύσετε.
Σα να λέμε κάτι περίπου όπως:
- Έννοια σας! Σύντομα θα παταχθεί το οργανωμένο έγκλημα και θα ζήσετε...
Ας βάλομε όμως τα πράγματα στη θέση τους.
Ότι τα «Φροντιστήρια» κάνουν χρυσές δουλειές, αφού τα φώτα τους έχουν γίνει
είδος πρώτης ανάγκης, είναι βέβαιο. Τούτο όμως δεν είναι λόγος για να τα
καταδικάσουμε σε θάνατο. Γιατί, επιτέλους, δεν μας αναγκάζουν αυτά να γίνομε
πελάτες τους, εμείς προστρέχουμε στη βοήθειά τους για να σώσομε από τον
καταποντισμό τις οικογενειακές μας φιλοδοξίες και όπως είναι φυσικό
προσφερόμενην αυτή την επικουρία την ακριβοπληρώνομε. Η δικαιοσύνη μάλιστα
απαιτεί να αναγνωρίσομε ότι τα «Φροντιστήρια» όχι μόνο βοήθησαν και βοηθούν τα
παιδιά μας να ανεβούν τις σκάλες του Πανεπιστημίου, αλλά και το Πανεπιστήμιο (ας
ονομάσομε έτσι όλα τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα) το βοήθησαν και το
βοηθούν να διατηρήσει σε κάποιο επίπεδο τις σπουδές του. Αν έμπαιναν οι νέοι στις
ακαδημαϊκές αίθουσες με τα χάσματα της γυμνασιακής μας παιδείας, το εκπαιδευτικό
πρόβλημα της χώρας μας θα ήταν ακόμα πιο οξύ απ' όσο είναι σήμερα. Βέβαια τα
«Φροντιστήρια» δεν οικοδομούν από τα θεμέλια, επισκευές μόνον κάνουν και
συμπληρώματα στη μόρφωση των παιδιών μας. Αλλά και τούτο πρέπει να
λογαριαστεί στο ενεργητικό τους.
Πάντως δεν είναι εκείνα που δημιούργησαν την ανάγκη μιας ιδιωτικής
παρασχολικής παιδείας, αλλά κάτι άλλο, που όλοι γνωρίζουμε κι ας μη το
ομολογούμε».
Αυτά είχαν γραφεί τα έτη 1972-1973. Πολλά χρόνια πέρασαν από τότε, αλλά το
άρθρο αυτό νομίζω ότι δε χρειάζεται κανένα σημερινό σχόλιο, μια και είναι ιδιαίτερα
αποκαλυπτικό. Όλοι γνωρίζουν τα προβλήματα, τις ανάγκες και τις δυνατότητες της
ελληνικής εκπαίδευσης και περισσότερο αυτοί που ασχολούνται επαγγελματικά με τη
διδασκαλία εντός και εκτός του Σχολείου. Όσο για μένα, με απαλλάσσει από την
ευθύνη να μιλήσω ο ίδιος για το ρόλο του Φροντιστηρίου, αφού επαγγελματικά σ'
αυτόν τον χώρο ανήκω, και η υπεράσπισή του από τη δική μου φωνή, ίσως ηχούσε
λίγο παράφωνα. [...]
Οι Εξετάσεις γενικά - και οι Πανελλήνιες Εξετάσεις ειδικότερα – είναι θεσμοί που
δημιουργούν κατά καιρούς αναταράξεις και διχογνωμίες, αλλά είναι ήδη κοινωνικές
σταθερές που δεν αμφισβητούνται. Δημιουργούν, όμως ένα πεδίο εμπλεκόμενων
δράσεων, στο οποίο πρέπει να οριοθετηθούν κάποια πράγματα:
Πρώτο: Οι Πανελλήνιες Εξετάσεις, όπως κι αν ονομάζονται κάθε φορά,
υπερβαίνουν από τη φύση τους το εκπαιδευτικό περιβάλλον του Λυκείου. Ο
εκπαιδευτικός χαρακτήρας του Σχολείου είναι περισσότερο μορφωτικός και
ανθρωποκεντρικός. Κινείται στα πλαίσια της άμιλλας που είναι συναγωνισμός χωρίς
αντιπαλότητα. Αντίθετα, το κλίμα στο οποίο κινούνται οι Πανελλήνιες Εξετάσεις
είναι καθαρά ανταγωνιστικό. Και ο ανταγωνισμός αναιρεί την άμιλλα. Το ομαδικό
πνεύμα γίνεται ατομικό. Η συλλογική αντίληψη που υπάρχει στην άμιλλα, γίνεται
ατομική επιδίωξη στις Πανελλήνιες Εξετάσεις με στόχο την προσωπική επιτυχία.
Έτσι, το Λύκειο αδυνατεί να ισορροπήσει εκπαιδευτικά, αφού καλείται να
εκπληρώσει δύο αποστολές που η μια αναιρεί την άλλη. Την προετοιμασία των
Πανελληνίων Εξετάσεων.
Όπως το Φροντιστήριο δε μπορεί να λειτουργήσει ως Σχολείο, έτσι και το Σχολείο
αυτοακυρώνεται όταν προσπαθεί να ενσωματώσει το ρόλο του Φροντιστηρίου. Οι
ρόλοι είναι και πρέπει να μείνουν διακριτοί, η σύγχυσή τους επιφέρει εμπλοκή, με
εμπλεκόμενους κυρίως τα ίδια τα παιδιά.
Δεύτερο: Πρέπει επιτέλους να αποδεχθούμε ότι η υποφερτούσα επιθυμία για
κατάργηση των Εξετάσεων, είναι ουτοπία.
Σε όλα τα επίπεδα – από τάξη σε τάξη, από βαθμίδα σε βαθμίδα – οι Εξετάσεις
είναι λειτουργικό στοιχείο της κοινωνικής πυραμίδας. Είτε σε «Εξετάσεις»
αναφερόμαστε, είτε σε οποιουδήποτε τύπου «Αξιολόγηση», η ουσία, βέβαια, δεν
αλλάζει. Έτσι, μια κατάργηση των Εισαγωγικών θα δημιουργούσε αυτόματα ανάγκη
αξιολόγησης σε άλλη κλίμακα, που πιθανόν να είναι άδικη και ανεξέλεγκτη. Οι
Πανελλήνιες Εξετάσεις ήταν και παραμένουν αντικειμενικά ο πιο αδιάβλητος θεσμός
από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.
Ένα πράγμα ακόμα που ταλανίζει την εκπαίδευση, είναι η διαρκής αβεβαιότητα ως
προς το εξεταστικό σύστημα. Μια αβεβαιότητα που διαπερνά όλα τα εκπαιδευτικά
επίπεδα, κλονίζει την εμπιστοσύνη και δημιουργεί φυγόκεντρες τάσεις. Η λέξη
«μεταρρύθμιση» όχι μόνο δε δημιουργεί ανακούφιση, αλλά τείνει να καταγραφεί ως
αρνητική έννοια στην κοινωνική συνείδηση.
Ο Πάνος Πολυχρονόπουλος, στο βιβλίο του «Παιδεία και πολιτική στην Ελλάδα»,
γράφει: «Η μελέτη της ιστορίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος τα
τελευταία χρόνια, μπορεί να οδηγήσει σε πολλές χρήσιμες παρατηρήσεις.
Μεταρρυθμίσεις και αντιμεταρρυθμίσεις διαδέχτηκαν η μια την άλλη, σ' ένα
επαναληπτικό σχήμα δράσης και αντίδρασης. Όποτε μια πολιτική ομάδα, κατόρθωνε
να κατοχυρώσει νομοθετικά μια μεταρρύθμιση, μια άλλη πολιτική ομάδα
προσπαθούσε να την ανατρέψει, όταν με τη σειρά της ανέβαινε στην εξουσία.» [...]
Αλλά ας επιστρέψουμε στο ρόλο του Φροντιστηρίου. Τώρα πια, που οι
εκπαιδευτικές συνθήκες βελτιώθηκαν, και που εμείς προσθέσαμε στο ενεργητικό μας
κάποια χρόνια κι ίσως κάποια πείρα, πιστεύω ότι μπορούμε να δούμε τα πράγματα
πιο καθαρά και να μιλήσουμε πιο ανοιχτά: Όσο, λοιπόν, οι κοινωνικές δομές στην
Ελλάδα αναδεικνύουν το πτυχίο ως μοναδικό, σχεδόν, μέσο κοινωνικής αναγνώρισης
και επαγγελματικής αποκατάστασης, κι όσο στις πόρτες των Πανεπιστημίων
συνωθούνται και διαγκωνίζονται περισσότεροι απ' όσους εισάγονται, η ζήτηση αυτή
δημιουργεί μια παράλληλη εκπαιδευτική υπηρεσία, που μπορεί να λέγεται
Φροντιστήριο ή και να αλλάζει όνομα – όχι όμως και αντικείμενο – όπως συχνά
αλλάζουν όνομα και οι Εισαγωγικές Εξετάσεις.
Η ελληνική οικογένεια – ακόμα και σήμερα – θέτει ως πρώτη προτεραιότητα τη
μόρφωση των παιδιών και την τοποθετεί συνήθως ψηλότερα και από την ανάγκη για
τη σύνταξη και την κοινωνική περίθαλψη των γονιών.
Αυτή είναι μια κοινωνική αντίληψη που ακολουθεί, όπως όλα, την πορεία της
εξέλιξης. Στην εποχή μας, όμως, τα κοινωνικά ζητούμενα διαμορφώνουν πια νέες
συντεταγμένες που διαφοροποιούν ταχύτατα τον ελληνικό εκπαιδευτικό χάρτη. Τα
αίτια, ας μην τα αναζητήσουμε αποκλειστικά και μόνο στο εκπαιδευτικό σύστημα,
στην πληρότητα ή μη της Δημόσιας Εκπαίδευσης ή στον τρόπο επιλογής στα Α.Ε.Ι.
Άλλες παράμετροι διαμορφώνουν τώρα πια καινούργια κοινωνικά πρότυπα, άρα και
νέα εκπαιδευτικά ζητούμενα. Οι νέες τάσεις και καταστάσεις που διαμορφώνονται,
βρίσκονται κιόλας κοντά μας, σίγουρα όμως είναι πλησιέστερα στα παιδιά που, ως
νοοτροπία, ανασαίνουν ήδη τον αέρα τους.
Οι νέες τεχνολογίες, η δύναμη της πληροφορίας και η αμεσότητα της εικόνας,
έχουν αλλάξει εντελώς το σκηνικό. Οι συνεχείς εξετάσεις, τα μεταπτυχιακά, η
επιμόρφωση, όπως και η «δια βίου» εκπαίδευση, αποτελούν πια την επόμενη
εκπαιδευτική ανάγκη. Τα παλιά υπάρχουν ακόμα, απλά και μόνο διότι υπάρχουμε
εμείς οι παλιότεροι που τα συντηρούμε για να μας στηρίζουν, αφού τα καινούργια
έχουν ταχύτητες που μας υπερβαίνουν. Δυστυχώς, όμως, στα ψηφιακά ρολόγια, ο
χρόνος δεν αλλάζει ποτέ προς τα πίσω.
Σ' αυτή τη νέα προοπτική και μετά από λίγα χρόνια, δεν ξέρω ακριβώς ποια θα
είναι η εικόνα του Σχολείου και ποιος ο ρόλος του Φροντιστηρίου. Ως τότε, όμως, και
με βάση τα σημερινά δεδομένα, πρέπει - τελειώνοντας - να ξεκαθαρίσουμε τη θέση
τους και τη θέση μας:
Το Φροντιστήριο είναι μια εκπαιδευτική υπηρεσία. Τίποτα περισσότερο, τίποτα
λιγότερο. Κι όλες οι υπηρεσίες – δημόσιες ή ιδιωτικές – διαμορφώνονται έτσι, ώστε
να καλύπτουν κάποιες υπαρκτές κοινωνικές ανάγκες. Το Φροντιστήριο, λοιπόν, είναι
απλά μια ιδιωτική εκπαιδευτική υπηρεσία. Χωρίς – επιτέλους – το μύθο του
απαραίτητου, αλλά και χωρίς εκείνο το φτηνό ιδεολόγημα της παραπαιδείας.
Άλλωστε, όλα αυτά είναι σήματα άλλωνεποχών που σήμερα σήπονται παρωχημένα.
Πρέπει ακόμα να πούμε ότι κάθε υπηρεσία μπορεί να είναι καλή, μέτρια ή κακή,
ανεξάρτητα από το αν είναι δημόσια ή ιδιωτική. Το αποτέλεσμά της εξαρτάται από
την οργάνωση και την εμπειρία που συγκεντρώνει, η οποία αντανακλάται τελικά στο
ποσοστό της κοινωνικής του αποδοχής.
Σχετικά με το Δημόσιο Σχολείο, η αλήθεια είναι ότι το εκπαιδευτικό του εύρος
είναι τέτοιο, που καμιά ιδιωτική ή φροντιστηριακή εκπαίδευση δεν μπορεί να
αναπληρώσει. Ειδικά η φροντιστηριακή εκπαίδευση, είναι απλά συμπληρωματική. Το
Φροντιστήριο αποδίδει καλύτερα, όταν αυτό που συμπληρώνει είναι κατά το δυνατόν
πληρέστερο. Η πληρότητα, λοιπόν, και η επάρκεια του Σχολείου είναι, πιστεύω, από
όλους μας και επιδίωξη και ευχή.

Ένας άγνωστος φροντιστής.


Από τα πρακτικά του συνεδρίου, Εκδόσεις: Gutemberg, 1995